Χρόνος Ανάγνωσης: 6 λεπτά
Μεγάλα παιγνίδια παίζουν οι ισχυρότεροι τραπεζίτες της χώρας, με αφορμή το κυβερνητικό σχέδιο των 28 δις. ευρώ για την υποστήριξη του πιστωτικού μας συστήματος, καθώς οι όροι και οι προϋποθέσεις παροχής ενισχύσεων από το Δημόσιο εκτιμάται ότι θα επηρεάσουν άμεσα τις μελλοντικές επιχειρηματικές συμφωνίες εξαγορών και συγχωνεύσεων.

Ο κ. Αλογοσκούφης
«Η κυβέρνηση έχει κάνει ένα σχέδιο προς όφελος των πολιτών, της οικονομίας, των δανειοληπτών, των καταθετών. Οι τράπεζες θα πρέπει να σταθμίσουν το κοινωνικό συμφέρον πάνω από το ιδιωτικό τους συμφέρον. Εάν δεν μπορούν να το κάνουν, η Κυβέρνηση έχει τον τρόπο να το εξασφαλίσει», τόνισε ο κ. Αλογοσκούφης.

Α.Βγενόπουλος Η συμφωνία αυτή ανατράπηκε μετά τη δημόσια παρέμβαση του Α. Βγενόπουλου, ο οποίος εξαρχής δεν είχε κληθεί να συμμετάσχει στις διαβουλεύσεις με την κυβέρνηση, όπου είχαν τον πρώτο λόγο οι «παραδοσιακές» τραπεζικές δυνάμεις. Υπενθυμίζεται, άλλωστε, ότι στην Ελληνική Ένωση Τραπεζών συμμετέχουν όλες οι τράπεζες, αλλά έχουν δικαιώματα ψήφου ανάλογα με τα μερίδιά τους στην αγορά. Ο κ. Βγενόπουλος κατήγγειλε ανοικτά το σχέδιο, που όπως έχει τονίσει η «Ο» αποτελεί ισχυρό ανάχωμα στο αρχικό δικό του σχέδιο για εξαγορές τραπεζών σε τιμή ευκαιρίας, λόγω της εξασθένησής τους από την κρίση.
Τραπεζικό ντελίριο με τραπεζίτες και … πολλά δις ευρώ!
Αυτό που πρωτίστως ενδιαφέρει σήμερα τους τραπεζίτες, περισσότερο ακόμη και από την ίδια τη λειτουργία των τραπεζών και την πορεία της οικονομίας, είναι να «θωρακισθούν» από ανεπιθύμητες εξαγορές και συγχωνεύσεις, που θα μπορούσαν να είναι η ανεπιθύμητη επίπτωση της υποστήριξής τους από το Δημόσιο. Μια τράπεζα που θα εμφανισθεί να υποστηρίζει με ενθουσιασμό τα μέτρα του υπουργείου και να δηλώνει από σήμερα ότι θα τα αξιοποιήσει, κινδυνεύει να θεωρηθεί από την αγορά ως «αδύναμη» και να γίνει στόχος επιθετικών κινήσεων.
Από την πλευρά της, η κυβέρνηση πιέζεται έντονα να προχωρήσει με 
Μέγαρο Μαξίμου ταχείς ρυθμούς στην ενίσχυση των τραπεζών, καθώς γίνονται όλο και πιο έντονα τα φαινόμενα πιστωτικής ασφυξίας στην αγορά και το πολιτικό κόστος βαρύνει το κυβερνητικό στρατόπεδο. Την ίδια στιγμή, πληροφορίες αναφέρουν ότι ισχυρός τραπεζίτης της χώρας ήλθε σε επικοινωνία με το Μέγαρο Μαξίμου τις τελευταίες ημέρες, ζητώντας να προωθηθεί χωρίς καθυστερήσεις το σχέδιο για την ενίσχυση των τραπεζών, καθώς και η δική του τράπεζα δέχεται ισχυρές πιέσεις σε ό,τι αφορά τη ρευστότητα.
Μέγαρο Μαξίμου ταχείς ρυθμούς στην ενίσχυση των τραπεζών, καθώς γίνονται όλο και πιο έντονα τα φαινόμενα πιστωτικής ασφυξίας στην αγορά και το πολιτικό κόστος βαρύνει το κυβερνητικό στρατόπεδο. Την ίδια στιγμή, πληροφορίες αναφέρουν ότι ισχυρός τραπεζίτης της χώρας ήλθε σε επικοινωνία με το Μέγαρο Μαξίμου τις τελευταίες ημέρες, ζητώντας να προωθηθεί χωρίς καθυστερήσεις το σχέδιο για την ενίσχυση των τραπεζών, καθώς και η δική του τράπεζα δέχεται ισχυρές πιέσεις σε ό,τι αφορά τη ρευστότητα.
Είναι χαρακτηριστικό ότι χθες ο υπουργός Οικονομίας προειδοποίησε εμμέσως πλην σαφώς τους τραπεζίτες, για δεύτερη φορά την τελευταία εβδομάδα, ότι η κυβέρνηση θα τηρήσει σκληρή στάση έναντι των τραπεζιτών που δεν θα θελήσουν να ενταχθούν στο σχέδιο ενίσχυσης.
Ο κ. Αλογοσκούφης
«Η κυβέρνηση έχει κάνει ένα σχέδιο προς όφελος των πολιτών, της οικονομίας, των δανειοληπτών, των καταθετών. Οι τράπεζες θα πρέπει να σταθμίσουν το κοινωνικό συμφέρον πάνω από το ιδιωτικό τους συμφέρον. Εάν δεν μπορούν να το κάνουν, η Κυβέρνηση έχει τον τρόπο να το εξασφαλίσει», τόνισε ο κ. Αλογοσκούφης.
Οι κανόνες του παιχνιδιού
Οι κανόνες του τραπεζικού παιχνιδιού, όπως αποτυπώνονται στο σχέδιο της κυβέρνησης, ξαναγράφηκαν την Πέμπτη, ύστερα από καθοριστικής σημασίας παρέμβαση του διοικητή της Εθνικής και προέδρου της Ένωσης Τραπεζών κ. Τάκη Αράπογλου. Το σημαντικότερο σημείο τριβής μεταξύ κυβέρνησης και τραπεζιτών ήταν εξαρχής η διαδικασία ένταξης των τραπεζών στο πρόγραμμα ενισχύσεων, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά το σκέλος της παροχής κεφαλαίων από το Δημόσιο, με την έκδοση προνομιούχων μετοχών με απόδοση 10% ετησίως.
Στις πρώτες διαβουλεύσεις μεταξύ κυβέρνησης, τραπεζιτών και Τράπεζας της Ελλάδος όλες οι πλευρές είχαν συμφωνήσει σε δύο βασικές παραδοχές: ότι ο νόμος δεν θα υποχρέωνε ρητά τις τράπεζες να λάβουν ενισχύσεις κεφαλαίων από το Δημόσιο, αλλά όλες οι τράπεζες θα αξιοποιούσαν αυτή τη δυνατότητα, ώστε να μην εμφανισθούν ορισμένες ως πιο «αδύναμες» από τις άλλες.
Α.Βγενόπουλος Η συμφωνία αυτή ανατράπηκε μετά τη δημόσια παρέμβαση του Α. Βγενόπουλου, ο οποίος εξαρχής δεν είχε κληθεί να συμμετάσχει στις διαβουλεύσεις με την κυβέρνηση, όπου είχαν τον πρώτο λόγο οι «παραδοσιακές» τραπεζικές δυνάμεις. Υπενθυμίζεται, άλλωστε, ότι στην Ελληνική Ένωση Τραπεζών συμμετέχουν όλες οι τράπεζες, αλλά έχουν δικαιώματα ψήφου ανάλογα με τα μερίδιά τους στην αγορά. Ο κ. Βγενόπουλος κατήγγειλε ανοικτά το σχέδιο, που όπως έχει τονίσει η «Ο» αποτελεί ισχυρό ανάχωμα στο αρχικό δικό του σχέδιο για εξαγορές τραπεζών σε τιμή ευκαιρίας, λόγω της εξασθένησής τους από την κρίση.
Η παρέμβαση Βγενόπουλου, όπως εκτιμούν έγκυροι νομικοί κύκλοι, θα μπορούσε να προκαλέσει σοβαρές παρενέργειες, ιδιαίτερα αν η κριτική που άσκησε «ακουγόταν» μέχρι τις Βρυξέλλες. Η Κομισιόν ακόμη δεν έχει εγκρίνει οριστικά το νομοσχέδιο της κυβέρνησης και θα μπορούσε να λάβει πολύ σοβαρά υπόψη τις καταγγελίες ενός «παίκτη» της αγοράς, αν έκρινε ότι αμφισβητεί βάσιμα τις προβλέψεις του νομοσχεδίου, λόγω παραβίασης των κοινοτικών κανόνων για τις κρατικές ενισχύσεις.
Η παρέμβαση Βγενόπουλου είχε αντίκτυπο και στους τραπεζίτες, καθώς η Marfin Investment Group και οι τράπεζες του ομίλου (Marfin Popular, Marfin Egnatia) έχουν δηλώσει εξαρχής ότι δεν θα λάβουν κρατικές ενισχύσεις. Σύμφωνα με τους κοινοτικούς κανόνες, τράπεζες που θα λάβουν ενισχύσεις απαγορεύεται να προχωρούν σε επιθετική στρατηγική, κυρίως δηλαδή σε εξαγορές. Με αυτά τα δεδομένα, οι τράπεζες του κ. Βγενόπουλου θα είχαν ένα ισχυρό πλεονέκτημα, να μπορούν να προχωρήσουν σε κινήσεις επιθετικών εξαγορών τραπεζών που θα ενταχθούν στο πρόγραμμα ενισχύσεων και θα έχουν ουσιαστικά «δεμένα χέρια».
«Ευρωπαϊκή λύση»
Τη λύση στο πρόβλημα φαίνεται πως έδωσε ο κ. Τάκης Αράπογλου, με την παρέμβασή του την Πέμπτη στην Επιτροπή Οικονομικών Υποθέσεων της Βουλής. Ο διοικητής της Εθνικής πρότεινε να μην είναι υποχρεωτική η συμμετοχή όλων των τραπεζών στο πρόγραμμα παροχής κεφαλαιακής ενίσχυσης, όπως άλλωστε προβλέπεται και σε όλες τις άλλες χώρες της Ευρώπης, όπου οι ενισχύσεις ρευστότητας είναι σαφώς διαχωρισμένες από τις κεφαλαιακές.
Στη βάση αυτής της πρότασης, το υπουργείο Οικονομίας έδωσε μια συμβιβαστική λύση, που προβλέπει ότι οι τράπεζες θα μπορούν να λαμβάνουν μόνο ενισχύσεις ρευστότητας, εάν κρίνεται από την Τράπεζα της Ελλάδος ότι πληρούν τις προϋποθέσεις κεφαλαιακής επάρκειας, όχι μόνο με βάση τα σημερινά στοιχεία των ισολογισμών τους, αλλά και για να συνεχίσουν να αυξάνουν την πιστωτική επέκταση τουλάχιστον κατά 10% μέχρι το τέλος του 2009.
Με άλλα λόγια, η κεφαλαιακή ενίσχυση θα είναι υποχρεωτική μόνο για τις τράπεζες με προβλήματα κεφαλαιακής επάρκειας. «Η συμμετοχή του Δημοσίου είναι απαραίτητη προϋπόθεση για όσα πιστωτικά ιδρύματα δεν έχουν ικανοποιητικό δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας, προκειμένου να εγκριθεί η συμμετοχή τους και στα άλλα δύο σκέλη του σχεδίου», ξεκαθάρισε ο υπουργός Οικονομίας, μιλώντας την Πέμπτη στη Βουλή.
Με αυτά τα δεδομένα, η κυβέρνηση και η Τράπεζα της Ελλάδος κρατούν πλέον το μαχαίρι και το πεπόνι και έχουν ένα ισχυρό μοχλό πίεσης για να
υποχρεώσουν τις περισσότερες τράπεζες να ενταχθούν στο σχέδιο ενισχύσεων: στελέχη της ΤτΕ εκτιμούν ότι ελάχιστες είναι οι τράπεζες, οι οποίες μπορούν να καλύψουν τις αυξημένες απαιτήσεις κεφαλαιακής επάρκειας που έχουν τεθεί, με το δείκτη εποπτικών κεφαλαίων πρώτης βαθμίδας (Tier 1) να έχει διπλασιασθεί, από το 4% στο 8%.
Τα ίδια στελέχη εκτιμούν ότι τελικά οι περισσότερες τράπεζες θα υποχρεωθούν να πάρουν κεφάλαια από το Δημόσιο, αφού χωρίς αυτά δεν θα μπορούν να καλύψουν τις απαιτήσεις κεφαλαιακής επάρκειας, που αποτελούν προϋπόθεση για να δοθεί στις τράπεζες ρευστότητα από το κράτος. Έτσι, ουσιαστικά καταλήγουμε στο ίδιο αποτέλεσμα με αυτό που θα παρήγαγε η αρχική άτυπη συμφωνία κυβέρνησης-τραπεζιτών: οι περισσότερες, αν όχι όλες οι τράπεζες θα «πέσουν στην αγκαλιά» του Δημοσίου και δεν εμφανισθούν ορισμένες ως περισσότερο «αδύναμες», ώστε να γίνουν εύκολοι στόχοι εξαγοράς.