Η Βουλευτής Ρεθύμνου της Νέας Δημοκρατίας κ. Όλγα Κεφαλογιάννη ήταν ομιλήτρια σε εκδήλωση με θέμα
« Η Γυναίκα
σε θέση πολιτικής ευθύνης»,
η οποία πραγματοποιήθηκε το περασμένο Σάββατο 4 Απριλίου 2009 στις επτά το απόγευμα στην Βασιλική του Αγίου Μάρκου στο Ηράκλειο.
Την εκδήλωση οργάνωσαν η Περιφερειακή Επιτροπή Ισότητας της Περιφέρειας Κρήτης και το Κέντρο Πολιτικής Έρευνας και Τεκμηρίωσης του Πανεπιστημίου Κρήτης.
Ομιλήτριες ήταν επίσης η Δημοσιογράφος και πολιτευτής Νομού Ηρακλείου κ. Αντιγόνη Ανδρεάκη και η Αναπληρώτρια Καθηγήτρια του Πανεπιστημίου Κρήτης, μέλος του ΚΠΕΤ, κ. Μαρία Μενδρινού.
Χαιρετισμό στην εκδήλωση απηύθυνε η Πρόεδρος της Περιφερειακής Επιτροπής Ισότητας κ. Μαρία Σακαδάκη, αποτελέσματα έρευνας παρουσίασε ο δημοσιογράφος Γιώργος Σαχίνης και την εκδήλωση συντόνισε ο δημοσιογράφος Χρήστος Ράπτης από την εφημερίδα «Πρώτο Θέμα».
Η Βουλευτής Ρεθύμνου κ. Όλγα Κεφαλογιάννη στην ομιλία της ανέφερε τα εξής:
«Κυρίες και κύριοι,
Θα ήθελα καταρχήν να ευχαριστήσω την Περιφερειακή Επιτροπή Ισότητας της Περιφέρειας Κρήτης, και το Κέντρο Πολιτικής Έρευνας και Τεκμηρίωσης του Πανεπιστημίου Κρήτης, για την πρόσκληση στη σημερινή συζήτηση.
Είναι μεγάλη χαρά για μένα να συμμετέχω στο διάλογο γύρω από επίκαιρα κοινωνικά ζητήματα, εδώ, «εντός έδρας», στην πατρίδα μου την Κρήτη.
Και αξιοποιώ παρεμπιπτόντως την ευκαιρία για να υπογραμμίσω την τεράστια σημασία του δημόσιου διαλόγου στο τοπικό επίπεδο. Διότι, ωραία και χρήσιμα όλα όσα λέγονται στους θεσμούς της κεντρικής πολιτικής σκηνής, ωστόσο οι τοπικές κοινωνίες, παίζουν τεράστιο ρόλο στην αναζήτηση και την προσέγγιση σοβαρών κοινωνικών προβλημάτων. Πρώτα στο τοπικό επίπεδο, στις πόλεις, στις γειτονιές, και τα χωριά εμφανίζονται τα καθημερινά προβλήματα. Άρα εδώ, θα πρέπει να ξεκινά με ακόμα μεγαλύτερη ένταση η ενημέρωση, η δικτύωση και η ανταλλαγή απόψεων για την επίλυσή τους.
Περνώ στο θέμα της σημερινής συζήτησης, και ξεκινώ με τον εντοπισμό του προβλήματος.
Πολλοί, θεωρούν πως είναι ανεπίκαιρο να μιλάμε σήμερα για ανισότητα των Φύλων. Εν μέρει.. έχουν δίκιο. Η πρόοδος που έχει συντελεστεί τα τελευταία χρόνια στα γυναικεία ζητήματα, εγείρει απαιτήσεις. Σύμφωνα με αυτές, η ισότιμη συμμετοχή της γυναίκας στα κοινά θα έπρεπε να αποτελεί αναφαίρετο και προστατευμένο δικαίωμα σε κάθε γωνιά του πλανήτη. Ωστόσο, η προσδοκία αυτή δεν επαληθεύεται στο έπακρο.
Όπως προέκυψε στην πρόσφατη Σύνοδο του ΟΗΕ για γυναικεία ζητήματα, στη Νέα Υόρκη, στην οποία είχα την τύχη να εκπροσωπώ το ελληνικό Κοινοβούλιο, πολλές γυναίκες, σε πολλά μέρη του κόσμου, στερούνται ακόμα και σήμερα θεμελιώδη δικαιώματα, ελευθερίες και ευκαιρίες.
Σε λίγες μόνο περιπτώσεις οι γυναίκες εκπροσωπούνται ισότιμα στους δημοκρατικούς θεσμούς ?με αντιπροσωπευτικότερο παράδειγμα τις σκανδιναβικές χώρες. Σε ακόμα λιγότερες, οι γυναίκες κατορθώνουν να καταλαμβάνουν ηγετικά πολιτικά πόστα εντυπωσιάζοντας με την διαπραγματευτική, τη διαχειριστική και την οργανωτική τους ικανότητα.
…Για να έρθουμε στην πλειοψηφία των κρατών, του ανεπτυγμένου κόσμου, όπου ναι μεν η ισότιμη συμμετοχή των γυναικών αποτελεί αναγνωρισμένο δικαίωμα ωστόσο αυτό δεν επιβεβαιώνεται πρακτικά. Με άλλα λόγια, η εκπροσώπηση των γυναικών στην πολιτική σε μεγάλο βαθμό παραμένει άνιση.
Θα ήθελα λοιπόν, με αφορμή τη σημερινή συζήτηση, να αναφέρω ορισμένες σκέψεις σχετικά με το πρόβλημα της άνισης πρόσβασης των γυναικών σε θέσεις πολιτικής ευθύνης.
Πρώτον: Αναφορικά με την επάρκεια των θεσμικών λύσεων, που εφαρμόζουμε ως Πολιτεία.
Ξεκινώ καταρχήν από την παραδοχή, ότι όπου υπάρχει ανισότητα, προφανώς και χρειάζεται να λαμβάνουμε μέτρα. Υπό αυτό το πρίσμα, ορθώς θέσπισε η Κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, πριν από ένα χρόνο το προσωρινό μέτρο της ποσόστωσης.
Φτάνει να δει κανείς, τον αριθμό των γυναικών – Βουλευτών, για να οδηγηθεί στο συμπέρασμα αυτό:
Μετά τις εκλογές του 2007, 44 στους 300 βουλευτές γυναίκες. Σήμερα, η ποσόστωση «επιβάλλει» συμμετοχή των γυναικών κατά 1/3 του συνολικού αριθμού υποψηφίων για το σύνολο της ελληνικής επικράτειας. Ωστόσο, αυτή την θεσμική κατά μια έννοια «μεθόδευση» της γυναικείας εισόδου στην κεντρική πολιτική σκηνή δε θα πρέπει να την αντιμετωπίζουμε –ως Κοινωνία και ως Πολιτεία– με απλοϊκότητα. Διότι δεν επαρκούν τα θεσμικά μέτρα για αντιμετωπιστεί η αδικία της γυναικείας υποεκπροσώπησης. Κατά τη δική μου άποψη, η ποσόστωση, και όσα άλλα μέτρα ληφθούν μελλοντικά στην κατεύθυνση αυτή, θα πρέπει να συνοδεύονται από πολύπλευρες δράσεις, σε πολλούς τομείς για να αποδώσουν αποτελεσματικά.
Χρειάζεται σε παράλληλους χρόνους…
- Να εισαχθεί η Ισότητα στα κεντρικά θέματα της Παιδείας, σε κάθε εκπαιδευτική βαθμίδα,
- Να ενεργοποιηθούν τα Μέσα Ενημέρωσης, που σε τεράστιο βαθμό συμμετέχουν στη διαμόρφωση των ρόλων, γυναικών και ανδρών,
- Να κινητοποιηθεί η Κοινωνία των Πολιτών, ειδικότερα οι ΜΚΟ και τα δίκτυα γυναικών για την Ισότητα, ώστε να καταπολεμηθούν συλλογικά τα στερεότυπα, που επιβάλουν για τη γυναίκα αποκλειστικά ρόλους συναφείς με τη φροντίδα της οικογένειας.
Ώστε να διαμορφωθούν για τις γυναίκες περισσότερα κίνητρα και να αλλάξει η επικρατούσα αναχρονιστική νοοτροπία.
Δεύτερον: Όσο αφορά τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι γυναίκες πολιτικοί.
Θα ήθελα αναφέρω δύο παραδείγματα, που επισημαίνουν ξεκάθαρα την υφιστάμενη ανισότητα. Το πρώτο, αφορά μια πολύ σωστή κουβέντα, που μου είπε η σπουδαία πολιτικός, Μαριέττα Γιαννάκου.
«Γιατί να λένε, όλοι ότι χρειαζόμαστε άξιες γυναίκες στην πολιτική;» ρώτησε, «το λέει κανείς αυτό για τους άνδρες;»
Αρχικά δεν είναι ίσως κατανοητός ο προβληματισμός. Αν το σκεφτούμε όμως λίγο, θα εντοπίσουμε γρήγορα την αδικία. Γιατί να απαιτεί η Κοινωνία «αξιοσύνη» μόνο από τις γυναίκες; Αλήθεια, θέτει κανείς τέτοιες ποιοτικές προϋποθέσεις για τους άνδρες; Μάλλον όχι?Και γιατί; Διότι πολύ απλά, η επικρατούσα αντίληψη λέει, πως οι άνδρες, είναι αυτονόητο πως είναι άξιοι. Το ότι είναι άνδρες, τους απαλλάσσει από την υποχρέωση να αποδείξουν την αξία τους.
Σκεφτείτε πόσο άδικος είναι αυτός ο συσχετισμός, και πόσο ασύμβατος με τις σύγχρονες δημοκρατικές αξίες.
Το δεύτερο παράδειγμα, αφορά μια δική μου, προσωπική εμπειρία.
Το καλοκαίρι του 2007, όταν ανακοίνωσα την πρόθεσή μου να πολιτευτώ, ένας συνάδελφός μου σήμερα στη Βουλή, σχολίασε ότι «η πολιτική, δεν είναι για τις γυναίκες».
Τότε, σάστισα…δεν ήξερα, πόσο αποθαρρυντική αναμενόταν η στάση ορισμένων ανδρών – βουλευτών. Σήμερα, αυτού του τύπου τα σχόλια, τα θεωρώ τετριμμένα. Όπως και οι περισσότερες γυναίκες συνάδελφοί μου, έμαθα να μην τα αξιολογώ.
Μάλιστα έμαθα να αντλώ περισσότερη δύναμη από αυτά. Να προσπαθώ να είμαι πιο αποτελεσματική και πιο ουσιαστική στο έργο μου, ώστε να ακυρώνω εγώ πρωτίστως, κάθε άδικη, αναχρονιστική αντίληψη περί διάκρισης ρόλων και δυνατοτήτων.
Τρίτον: Αναφορικά με το χαρακτήρα των διεκδικήσεών μας, σήμερα.
Οι σημερινές ανισότητες, με αιχμή του δόρατος την δυσανάλογη συμμετοχή γυναικών και ανδρών στην πολιτική, δεν έχουν καμία σχέση με τα προβλήματα και τις αδικίες που γέννησαν τη δεκαετία του ?80 το φεμινιστικό κίνημα. Τότε, οι γυναίκες, έδωσαν τον αγώνα τους για να αποκτήσουν ίσα δικαιώματα, στην εργασία, την εκπαίδευση, την κοινωνία, την οικογένεια, το δημόσιο διάλογο. Σήμερα, ακόμα και αν ορισμένα προβλήματα παραμένουν, ωστόσο, πολλοί στόχοι έχουν κατακτηθεί. Πολλά «φρούρια» έπεσαν, πολλές μάχες έχουν κριθεί υπέρ των γυναικών.
Γι? αυτό σήμερα, είναι λάθος να προχωράμε στις διεκδικήσεις μας, με την ορμή και τον φανατισμό, θα τολμήσω να πω του φεμινισμού μιας άλλης εποχής..
Για του λόγου το αληθές, αναφέρω άλλο ένα παράδειγμα.
Στις αρχές της δεκαετίας του ?90, ένας φίλος δήλωσε μάθημα, στο Πανεπιστήμιο, το οποίο αφορούσε τη μελέτη του γυναικείου κινήματος και τις αρχές του φεμινισμού.
Πιστεύω, θα μπορείτε να φανταστείτε την έκπληξή του, όταν η καθηγήτρια του μαθήματος, του απευθύνθηκε στο αμφιθέατρο ρωτώντας, «Τι θέλει ένας άνδρας στο μάθημα για τον Φεμινισμό;» Αυτό το περιστατικό λοιπόν, είναι η αφετηρία της ανησυχίας μου σήμερα, για το πώς θα επιδιώξουμε ως Κοινωνία και ως Πολιτεία, να αντιμετωπιστούν οι σημερινές ανισότητες εις βάρος των γυναικών.
Για να καταλήξω στο συμπέρασμα, ότι σήμερα, χρειαζόμαστε και τους άνδρες για να διεκδικήσουμε όσες ευκαιρίες και όσα δικαιώματα δεν μας έχουν αναγνωριστεί.
Ο φανατισμός και ο διαχωρισμός σε αντίπαλα «στρατόπεδα» δεν έχει κανένα νόημα.
Και καμία βεβαίως ουσία.
Ό,τι καταφέρουμε, θα το καταφέρουμε συλλογικά. Με τους άνδρες συμπολίτες, και συναδέλφους μας στο πλευρό μας. Η Ισότητα ΔΕΝ είναι αποκλειστικά υπόθεση των γυναικών. Μόνο αν το αντιληφθούμε, υπάρχει ελπίδα να πετύχουμε το στόχο μας. Να απομονώσουμε αντιλήψεις και πρακτικές, που μέχρι σήμερα, τοποθετούν τη γυναίκα στο ασφυκτικό πλαίσιο παλαιών στερεοτύπων.
Τέταρτον: Αναφορικά με το αν υπάρχουν ανδρικές και γυναικείες ασχολίες και υποχρεώσεις.
Συμπληρώνω ένα σύντομο σχόλιο.. Συχνά, δέχομαι την ερώτηση, αν μπορεί μια γυναίκα να ανταποκριθεί στις –απαιτητικές ομολογουμένως– συνθήκες της πολιτικής, χωρίς να θυσιάζει το ρόλο της σε όλους τους άλλους τομείς. Η απάντησή μου, είναι πάντοτε η ίδια.
Το να κρατάς ισορροπίες ανάμεσα στα πολλαπλά επίπεδα που κινείσαι, δεν αποτελεί πρόκληση μόνο για τις γυναίκες. Ο άνδρας πολιτικός, έχει εξίσου οικογενειακές, κοινωνικές και προσωπικές υποχρεώσεις. Γι? αυτό και θεωρώ εσφαλμένο να παρουσιάζονται τέτοια διλήμματα ως γυναικείο χαρακτηριστικό. Η ανάγκη αυτοελέγχου και ισορροπίας ανάμεσα στις υποχρεώσεις της δουλειάς από τη μία, και τις ατομικές ανάγκες από την άλλη, είναι κοινό ζητούμενο για όλους τους πολιτικούς, και για όλα τα επαγγέλματα θα έλεγα, ανεξαρτήτως φύλου.
Κλείνω, με δυό λόγια για τον Τόπο μου, την Κρήτη. Έναν Τόπο, που έχει προοδεύσει σημαντικά, στα γυναικεία ζητήματα, ωστόσο, χρειάζεται ακόμα πολλή δουλειά για να προσεγγίσει απόλυτα το στόχο της Ισότητας.
Σε ένα κόσμο που προοδεύει κοινωνικά με οδηγό το σεβασμό στον άνθρωπο, θα πρέπει να διαμορφώσουμε και εμείς πραγματικές προϋποθέσεις προόδου από τα αστικά κέντρα μέχρι το πιο απομακρυσμένο ορεινό χωριό.
Πρέπει να δουλέψουμε σκληρά, για να καταστήσουμε και στην Κρήτη περισσότερο «επιθυμητή» την είσοδο γυναικών στην πολιτική.
Όλοι οι τοπικοί φορείς έχουμε σε αυτή την προσπάθεια μικρότερο ή μεγαλύτερο ρόλο να διαδραματίσουμε.
Οι Βουλευτές της Κρήτης και οι τοπικές οργανώσεις των κομμάτων, οι εκπρόσωποι της ΤΑ, οι εκπαιδευτικοί φορείς και τα ερευνητικά κέντρα για την ισότητα, οι οργανώσεις και τα δίκτυα της Κοινωνίας των Πολιτών, τα τοπικά μέσα ενημέρωσης και η πολύτιμη Κρητική οικογένεια, που «διαμορφώνει» πρώτη τη σκέψη των παιδιών μας, θα πρέπει να κινητοποιηθούν από κοινού, για να μεταδίδουν πιο ξεκάθαρο και πιο δυνατό το μήνυμα της Ισότητας.
Και κάτι ακόμα.. Μπορεί σήμερα, στην Κρήτη, όπως και σε πολλές άλλες περιοχές της Χώρας, οι πολίτες να μη δέχονται με μεγάλη ευκολία να εκπροσωπούνται από γυναίκες (αν και το Ηράκλειο που μας φιλοξενεί έχει γυναίκα Νομάρχη). Όμως αυτό δεν θα πρέπει να αποθαρρύνει εμάς, τις γυναίκες της Κρήτης, που θέλουμε να συμμετέχουμε στα κοινά. Αντιθέτως. Θα πρέπει να μας κινητροδοτούν, ώστε να προσπαθούμε περισσότερο. Η δική μας επιμονή και η δική μας σκληρή δουλειά, είναι τα πιο ισχυρά εργαλεία, για να πειστούν σταδιακά και οι πιο δύσπιστοι, ότι δικαίως διεκδικούμε κάτι περισσότερο από αυτό που μας αναλογεί σήμερα. Ότι αξίζουμε περισσότερα. Ότι μπορούμε και θα καταφέρουμε περισσότερα.
Σας ευχαριστώ.»