Σε τι Θεό πιστεύουμε!
του Σπύρου Μπάνου
Μια ζωή, μια προσπάθεια, μια ανασφάλεια, μια επιβίωση, μια αγάπη, μια πίστη. Πραγματοποιείται ότι πιστεύεις, είναι αυτό αλήθεια;
Ο θεός μέσα από τον Χριστό, τον Βούδα, τον Μωάμεθ και όλους τους εκπροσώπους του μίλησε για την πίστη σε ολόκληρη την έκταση της.
Η παραβολή που εκφράζει την πίστη με μια φράση είναι μέσα από την βίβλο: « φτάνει να έχεις πίστη όσο ένας κόκκος άμμου και θα μπορείς να μετακινήσεις βουνά».
Τι είναι τελικά αυτό που προσπαθεί να επιτύχει ο άνθρωπος: Δύναμη, δόξα, πλούτο, υγεία, αγάπη, οικογένεια, ομορφιά, ανθρώπινες σχέσεις;
Είναι η πίστη αυτό το μαγικό κριτήριο στο σύμπαν που σου δίνει την δυνατότητα να πάρεις αυτό που θέλεις;
Οι θρησκείες εξ ορισμού βασίζονται στην δύναμη της πίστης, πίστης που προορίζεται προς μια κατεύθυνση: την θεϊκή.
Οι άνθρωποι δεν πιστεύουν όμως μόνο στον Θεό, πιστεύουν και σε άλλες έννοιες: το χρήμα, την εξουσία, την επιστήμη.
Είναι αυτές οι έννοιες αντικρουόμενες;
Δηλαδή από την μια έχουμε την πίστη προς το θείο, με όλες τις έννοιες που αυτό περικλείει: το ανώτερο, το επουράνιο, το μεταφυσικό, ο Χριστιανισμός, ο Βουδισμός, η Πλατωνική μέθεξη.
Και από την άλλη έχουμε την πίστη προς την λογική, το χρήμα και την εξουσία, με τις αντίθετες έννοιες που αυτό περικλείει: το επίγειο, το συμβατικό, το φυσικό, το χρηματιστήριο, η πολιτική, η Αριστοτελική εντελέχεια.
Με μια πρώτη ματιά θα μπορούσαμε να το ονομάσουμε το καλό από την μία με τις ανώτερες έννοιες και το κακό από την άλλη με τις κατώτερες έννοιες.
Δεν είναι όμως τα πάντα διττά στον κόσμο μας: η μέρα και η νύχτα, το φως και το σκοτάδι, ο Ήλιος και το Φεγγάρι, το μαύρο και το άσπρο, το καλό και το κακό, το αρσενικό και το θηλυκό, ο δυνατός και ο αδύνατος, ο πιστός και ο άπιστος, το αφεντικό και ο εργάτης, ο πλούσιος και φτωχός, η στεριά και η θάλασσα.
Όλα φαίνονται να έχουν δυο όψεις, προφανώς έτσι είναι φτιαγμένη η φύση τα αντίθετα συνυπάρχουν μεταξύ τους δημιουργώντας μια τέλεια αρμονία, έτσι φαίνεται να είναι φτιαγμένος και ο άνθρωπος, εμπεριέχει μέσα του και τις δυο έννοιες.
Κοινωνιολογική άποψη της ύπαρξης
Οι αρχαίοι Έλληνες είχαν ένα σπουδαίο ρητό: «ουδέν καλό αμιγές κακού».
Οι άνθρωποι όντας κοινωνικά όντα έχουν την ανάγκη να υπάρξουν μέσα σε ένα σύνολο, σε ένα πλαίσιο που ορίζει αξίες όπως: η ηθική, η φιλία, η φιλοτιμία, η φιλαργυρία, η φιλοδοξία.
Αξίες που μέσα από την εφαρμογή τους σε κάνουν να αισθάνεσαι την σπουδαιότητα της ανθρώπινης ύπαρξης.
Αξίες που σου δημιουργούν έντονα και αντιφατικά συναισθήματα όπως: την αλληλεγγύη – ανταγωνισμό.
Η πίστη προς αυτά τα κοινωνικά πρότυπα – στόχους είναι θεμιτή και αυξάνει το «ΕΓΩ» του ανθρώπου.
Ο άνθρωπος μέσα από την οικογένεια, το σχολείο, την εργασία, την συσσώρευση υλικών αγαθών: σπίτι, αυτοκίνητο, χρήματα, δόξα πετυχαίνει την κοινωνική αποδοχή και πλαισιώνεται από πολλούς ανθρώπους που τον εκτιμούν για τις επιτυχίες του, τα αποκτήματα του η έχουν απλά ανάγκη την λαμπρότητα που εκπέμπει.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο ο άνθρωπος συνήθως επικεντρώνεται στην πίστη του για την επίτευξη των παραπάνω εξωτερικών στόχων (πλούτος ? δόξα) και ξεχνάει τον εσώτερο εαυτό του.
Όπως έχουν αναφέρει και όλοι οι μεγάλοι φιλόσοφοι ανά τους αιώνες: το μεγαλύτερο προσόν ενός ανθρώπου είναι η αυτογνωσία.
Η κοινωνία και η παιδεία μας δεν έχει επενδύσει προς την κουλτούρα της αυτογνωσίας του ανθρώπου.
Δεν υπάρχει καμία εκμάθηση η προτροπή από την δυτική κοινωνία για το «ψάξιμο του εσώτερου εαυτού μας».
Η παιδεία μας περιορίζεται στην εκμάθηση του ορθολογισμού και εξαιρεί το επιστημονικά ανεξήγητο.
Η ιστορική διαδρομή της ανθρώπινης ύπαρξης δείχνει ακριβώς το αντίθετο: άνθρωποι όπως ο Νιούτον – ο νόμος της βαρύτητας, ο Γαλιλαίος – η γη είναι στρογγυλή, οι αδερφοί Ράιτ – αεροπλάνο, απόδειξαν ότι η επιστήμη της εκάστοτε εποχής είναι πολύ πιο πίσω από την πνευματικό οραματισμό και την πίστη στους επιστημονικά ανεξήγητους στόχους.
Η θρησκεία είναι ο μοναδικός πνευματικός δρόμος που αποδέχεται η κοινωνία μας.
Έχει όμως αλλοιωθεί από τις πολλές γραφειοκρατικές εξουσίες που έχει σαν θεσμός και μένει στην τυπικότητα και όχι την ουσία του πνεύματος.
Κανένας δεν έχει περιγράψει καλύτερα από τον Σωκράτη το παρόν της κοινωνικής ανθρώπινης ύπαρξης: «Ένα γνωρίζω ότι ουδέν γνωρίζω». Φαίνεται να είχε κοιτάξει πραγματικά μέσα του και να είχε συμφιλιωθεί με την ιδέα ότι: τα πάντα είναι δυνατά και υπάρχουν σε αυτόν τον κόσμο, είναι όμως δύσκολο να αναγνωριστούν.